Hyundai Bayon F/L: Πιο ώριμο, πιο ψηφιακό αλλά πάντα το ίδιο πρακτικό
Η κατηγορία των μικρών crossover έχει εξελιχθεί σε ένα από τα πιο δημοφιλή κομμάτια της αγοράς. Το κοινό θέλει αυτοκίνητα με συμπαγείς διαστάσεις για να κινούνται άνετα στην πόλη, αλλά και με την ευελιξία και πρακτικότητα ενός SUV. Η Hyundai μπήκε δυνατά σε αυτήν την κατηγορία το 2021 με το Bayon, ένα μοντέλο που σχεδιάστηκε ειδικά για την Ευρώπη και βρήκε αμέσως ανταπόκριση χάρη στον ευχάριστο χαρακτήρα του, τους χώρους και την καλή σχέση τιμής-εξοπλισμού. Τρία χρόνια αργότερα, το Bayon απέκτησε την πρώτη του ανανέωση. Με το facelift, η Hyundai θέλησε να τονίσει το χαρακτήρα του μοντέλου, να το φέρει πιο κοντά στη νέα σχεδιαστική γλώσσα της μάρκας και να ενισχύσει τον εξοπλισμό του. Η φιλοσοφία παραμένει η ίδια: ένα αυτοκίνητο που δεν υπόσχεται συγκινήσεις υψηλών επιδόσεων, αλλά δίνει στον οδηγό ό,τι χρειάζεται για να ζήσει την καθημερινότητα με άνεση, πρακτικότητα και ασφάλεια.

Η έκδοση που δοκιμάσαμε, με τον 1.0 T-GDi των 100 ίππων και το 6άρι χειροκίνητο κιβώτιο, είναι ίσως η πιο ταιριαστή για τον χαρακτήρα του. Έχει επαρκή δύναμη για να κινήσει το αυτοκίνητο σε κάθε συνθήκη, διατηρεί χαμηλή κατανάλωση και συνδυάζεται με την απλότητα που πολλοί οδηγοί εκτιμούν σε ένα χειροκίνητο κιβώτιο. Πρόκειται για ένα αυτοκίνητο που στοχεύει στον λογικό αγοραστή, αυτόν που ζητά ισορροπία ανάμεσα σε κόστος, χώρους και τεχνολογία.

Το πρώτο Bayon είχε παρουσιαστεί με μια μάλλον «χαρούμενη» σχεδίαση, με έντονα φωτιστικά και παιχνιδιάρικα στοιχεία. Στο facelift, η Hyundai επέλεξε να το κάνει πιο ώριμο και σύγχρονο. Το πιο χαρακτηριστικό νέο στοιχείο είναι το Seamless Horizon LED φως ημέρας που διατρέχει οριζόντια το εμπρός μέρος, δίνοντας στο αυτοκίνητο ένα πιο high-tech πρόσωπο. Τα κύρια φωτιστικά σώματα τοποθετούνται χαμηλότερα, πλαισιωμένα από έναν νέο προφυλακτήρα με πιο έντονες γραμμές. Η εικόνα παραπέμπει ξεκάθαρα στο νεότερο Kona, δημιουργώντας μια οικογενειακή ταυτότητα στην γκάμα.

Στο πίσω μέρος, οι αλλαγές είναι πιο διακριτικές αλλά καθοριστικές. Τα φώτα απέκτησαν νέα γραφικά LED, ενώ ο προφυλακτήρας έχει ελαφρώς διαφορετική σχεδίαση που κάνει το Bayon να δείχνει φαρδύτερο. Νέες ζάντες (έως 17 ιντσών) ολοκληρώνουν το πακέτο. Συνολικά, η εμφάνιση δείχνει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και είναι λιγότερο «ανάλαφρη» από πριν, κάτι που ανεβάζει το επίπεδο σε ένα crossover με πιο «σοβαρό» παρουσιαστικό. Με μήκος 4,18 μέτρα και πλάτος λίγο κάτω από τα 1,8 μέτρα, το Bayon παραμένει ένα από τα πιο συμπαγή crossover της αγοράς. Αυτές οι διαστάσεις το καθιστούν ιδανικό για χρήση στην πόλη, ενώ η αυξημένη απόσταση από το έδαφος και η SUV εμφάνιση προσθέτουν πόντους πρακτικότητας και ασφάλειας. Το facelift, επομένως, δεν αλλάζει τον χαρακτήρα του αυτοκινήτου, αλλά τον εξελίσσει αισθητικά ώστε να ταιριάζει καλύτερα με τα υπόλοιπα νέα μοντέλα της Hyundai.

Το εσωτερικό του Bayon δεν άλλαξε ριζικά, αλλά αναβαθμίστηκε ουσιαστικά, ώστε να προσφέρει μια πιο ψηφιακή εμπειρία. Ο ψηφιακός πίνακας οργάνων 10,25’’ είναι πλέον στάνταρ, με καθαρή απεικόνιση και δυνατότητα παραμετροποίησης ανάλογα με το οδηγικό προφίλ. Η κεντρική οθόνη αφής είναι 8 ιντσών στη βασική έκδοση, ενώ οι πλουσιότερες φτάνουν στις 10,25 ίντσες, με υποστήριξη για Apple CarPlay και Android Auto. Οι χρόνοι απόκρισης είναι γρήγοροι και η διεπαφή απλή, κάτι που κάνει τη χρήση τους εύκολη για όλους.

Η Hyundai κράτησε και τα φυσικά κουμπιά για τις βασικές λειτουργίες, όπως τον κλιματισμό και την ένταση του ήχου, αποφεύγοντας το λάθος που κάνουν αρκετοί κατασκευαστές να μεταφέρουν τα πάντα στην οθόνη. Έτσι, η εργονομία παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Η ποιότητα των υλικών είναι στο γνώριμο επίπεδο της κατηγορίας: σκληρά πλαστικά στις περισσότερες επιφάνειες, αλλά με προσεγμένα φινιρίσματα και μοτίβα που δίνουν μια πιο μοντέρνα εικόνα. Η συναρμογή είναι στιβαρή και δεν αφήνει αίσθηση «φθηνής» κατασκευής.

Οι χώροι είναι ένα από τα πιο δυνατά χαρτιά του Bayon. Παρά το συμπαγές μήκος, το μεταξόνιο των 2,58 μέτρων εξασφαλίζει επαρκή χώρο για τους πίσω επιβάτες, με ικανοποιητικό χώρο για τα πόδια και το κεφάλι. Στην πράξη, μπορούν να ταξιδέψουν άνετα δύο ενήλικες στο πίσω κάθισμα, ενώ και τρίτο άτομο είναι εφικτό για μικρότερες αποστάσεις. Ο χώρος αποσκευών είναι εντυπωσιακός για το μέγεθος του αυτοκινήτου: 411 λίτρα, με χαμηλό κατώφλι φόρτωσης και πρακτικές λύσεις όπως διπλό δάπεδο. Αυτό σημαίνει ότι το Bayon μπορεί να ανταποκριθεί χωρίς πρόβλημα και σε οικογενειακές ανάγκες. Η αίσθηση που αποκομίζει ο οδηγός είναι ότι η Hyundai πέτυχε έναν έξυπνο συνδυασμό: περισσότερη τεχνολογία, χωρίς να θυσιάσει την πρακτικότητα που έκανε το Bayon αγαπητό από την πρώτη στιγμή.

Το Hyundai Bayon δείχνει από την αρχή ότι έχει σχεδιαστεί για να κάνει τη ζωή του οδηγού πιο απλή και ξεκούραστη. Ο τρικύλινδρος τούρμπο κινητήρας του ενός λίτρου, με απόδοση 100 ίππων, δεν εντυπωσιάζει σε αριθμούς, αλλά στην πράξη αποδεικνύεται πιο ικανός απ’ όσο περιμένεις. Στις χαμηλές ταχύτητες είναι ζωηρός, με την ροπή των 172 Nm διαθέσιμη από χαμηλά, πράγμα που επιτρέπει άνετες εκκινήσεις ακόμη και με γεμάτο το αυτοκίνητο. Στην πόλη κινείται με ευκολία, ενώ το μικρό του μέγεθος και το ελαφρύ τιμόνι κάνουν το παρκάρισμα παιχνίδι.

Στον αυτοκινητόδρομο, το Bayon χρειάζεται συχνότερη χρήση του 6τάχυτου χειροκίνητου κιβωτίου για να κρατά τον κινητήρα μέσα στη «ζώνη δύναμης», ειδικά σε ανηφόρες ή προσπεράσματα με πλήρες φορτίο. Ωστόσο, η αίσθηση ασφάλειας είναι διαρκής: το αυτοκίνητο παραμένει σταθερό και προβλέψιμο, με την ανάρτηση να απορροφά ικανοποιητικά τις εγκάρσιες ανωμαλίες και να περιορίζει τις κλίσεις στις στροφές. Το τιμόνι, αν και δεν έχει σπορ χαρακτήρα, δίνει την απαιτούμενη αίσθηση βάρους σε υψηλότερες ταχύτητες και κάνει τον οδηγό να νιώθει σιγουριά. Εκεί που το Bayon ξεχωρίζει είναι στη γενική του ισορροπία. Δεν «τσιτώνει» τον οδηγό, αλλά αντίθετα τον ηρεμεί. Είναι από τα αυτοκίνητα που σου επιτρέπουν να ταξιδέψεις χαλαρά, χωρίς να ανησυχείς για εκπλήξεις ή «νευρικές» αντιδράσεις. Ένα μοντέλο που σε κερδίζει με την προβλεψιμότητα και την άνεση, όχι με τις συγκινήσεις του.

Ο κινητήρας 1.0 T-GDi της Hyundai έχει αποδείξει ότι μπορεί να συνδυάσει ικανοποιητική απόδοση με χαμηλή κατανάλωση. Στην πράξη, το Bayon Facelift δείχνει να κινείται γύρω στα 6,0–6,5 λίτρα/100 χλμ. σε μεικτές συνθήκες, τιμή που είναι απόλυτα ικανοποιητική για ένα crossover με τέτοια χαρακτηριστικά. Στην πόλη, με συχνές στάσεις-εκκινήσεις, μπορεί να φτάσει -ή και να ξεπεράσει- τα 7 λ./100 χλμ., αλλά στον ανοιχτό δρόμο οι τιμές πέφτουν σημαντικά, ακόμη και κάτω από τα 6 λ./100 χλμ., αν ο οδηγός έχει ήπιο πόδι. Το ρεζερβουάρ των 40 λίτρων σημαίνει ότι η αυτονομία δεν είναι τεράστια, αλλά επαρκεί για καθημερινή χρήση ή για ταξίδι με λίγες στάσεις ανεφοδιασμού. Σημαντικό είναι επίσης ότι ο κινητήρας συμμορφώνεται με τις πιο πρόσφατες προδιαγραφές ρύπων, γεγονός που μειώνει τα λειτουργικά έξοδα και εξασφαλίζει χαμηλά τέλη κυκλοφορίας. Σε αυτό το πλαίσιο, το Bayon μπορεί να χαρακτηριστεί ένα από τα πιο οικονομικά στην κατηγορία του, όχι μόνο σε κατανάλωση, αλλά και σε συνολικό κόστος χρήσης.

Με την ανανέωση που έλαβε, το Hyundai Bayon δείχνει ότι ωρίμασε χωρίς να χάσει τον χαρακτήρα του. Παραμένει ένα συμπαγές crossover που ξεχωρίζει για την πρακτικότητα, τους χώρους και την ευκολία χρήσης, ενώ απέκτησε πιο δυναμική εμφάνιση και περισσότερη τεχνολογία. Δεν είναι αυτοκίνητο που θα επιλέξει κάποιος για σπορ συγκινήσεις ή για επιδόσεις. Είναι όμως απόλυτα ταιριαστό για εκείνον που θέλει ένα αυτοκίνητο αξιόπιστο, οικονομικό και φιλικό στην καθημερινότητα.

Η έκδοση με τον 1.0 T-GDi των 100 ίππων και το χειροκίνητο κιβώτιο εκφράζει καλύτερα τον χαρακτήρα του: απλή, προσιτή και ισορροπημένη. Η κατανάλωση παραμένει χαμηλή, οι χώροι επαρκούν για οικογένεια, και ο εξοπλισμός ασφαλείας και τεχνολογίας το φέρνει κοντά σε μεγαλύτερα και ακριβότερα μοντέλα. Η τιμή στη βασική έκδοση Premium ξεκινά από τις 20.990 ευρώ, ενώ στην πιο πλούσια Distinctive, όπως αυτή της δοκιμής μας, διαμορφώνεται στις 22.290 ευρώ. Το Hyundai Bayon facelift μπορεί να μην κάνει την καρδιά σου να χτυπήσει πιο γρήγορα, αλλά είναι από εκείνα τα αυτοκίνητα που κάνουν ακριβώς αυτό που υπόσχονται — και το κάνουν καλά. Κι αυτό, σε μια κατηγορία τόσο ανταγωνιστική, είναι ίσως το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του.